Η οικονομία της σπατάλης: Η βιολογία των κοινών
✑ του Αντρέας Βέμπερ
Μετάφραση / Σχόλια: Αργύρης Γεωργουλής
Το παρόν έργο του Αντρέας Βέμπερ (Andreas Weber) αποτελεί ένα από τα 73 κείμενα που περιέχονται στη συλλογή με τίτλο The Wealth of the Commons, στην οποία διανοούμενοι και ακτιβιστές απ’ όλες τις γωνιές της Γης εκθέτουν τις απόψεις τους, απόψεις των οποίων κεντρικό σημείο σύγκλισης αποτελεί η έννοια των κοινών, δηλαδή των πόρων και του πλούτου που, φυσιολογικά και αυτοδικαίως, ανήκουν σ’ ολόκληρες κοινότητες και όχι σε μεμονωμένα άτομα και, κατά συνέπεια, πρέπει να προστατεύονται και η διαχείρισή τους να αποβαίνει προς όφελος όλων. Τέτοιου είδους κοινά, που όλοι κληρονομούμε ή όλοι μαζί δημιουργούμε, είναι φυσικά αγαθά όπως ο αέρας, οι ωκεανοί και η άγρια φύση, καθώς και οι κοινωνικοί πόροι που μοιραζόμαστε, όπως οι βιβλιοθήκες, οι δημόσιοι χώροι, η επιστημονική έρευνα και ποικίλες δημιουργικές κοινωνικές δραστηριότητες. Μέσα απ’ αυτό το σκεπτικό, γίνεται προσπάθεια να προταθούν τακτικές και λύσεις αναφορικά με σοβαρότατα, παγκόσμιου χαρακτήρα, σύγχρονα ζητήματα, όπως είναι η αρπαγή καλλιεργήσιμης γης, καθώς και δασικών και άλλων εκμεταλλεύσιμων εκτάσεων, η ιδιωτικοποίηση του νερού, η συλλογική-κοινοτική διαχείριση δασών, ψαρότοπων και αγροκτημάτων, η δημιουργία λογισμικού και περιεχομένου Ιστού και η ελεύθερη κυκλοφορία και ανάπτυξη τους στο Διαδίκτυο, η διεκδίκηση δημόσιων αστικών χώρων. Εάν θέλετε να ενημερωθείτε για το βιβλίο και τη σχετική κίνηση μπορείτε να ανατρέξετε στις παρακάτω διαδικτυακές διευθύνσεις:
http://wealthofthecommons.org/home
http://en.wikipedia.org/wiki/Commons
Επίσης, μεταφρασμένο στα ελληνικά
κυκλοφορεί, από τις Εκδόσεις των Ξένων, το βιβλίο με τίτλο Κοινά, περιφράξεις και κρίσεις του Massimo De Angelis (διατίθεται
ελεύθερα εδώ), όπου επιχειρείται μια εμβάθυνση
στην κριτική θεωρία των κοινών. Ο συγγραφέας διδάσκει πολιτική οικονομία στο
Πανεπιστήμιο του Ανατολικού Λονδίνου και επιμελείται τη διαδικτυακή επιθεώρηση
“The Commoner”.
**********
Αυτή η εργασία χορηγείται, όπως και το πρωτότυπο κείμενο, με άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού 3.0 (CC BY 3.0 US).
Επιτρέπεται ελεύθερα η αντιγραφή, η τυχόν τροποποίηση και ο διαμοιρασμός όλου του κειμένου ή μερών του για οποιονδήποτε σκοπό (ακόμη και εμπορικό), υπό τους όρους: α) να γίνεται σαφής αναφορά στα αρχικά έργα και στους δημιουργούς και β) η αναδημοσίευση να συνοδεύεται από την ίδια ακριβώς άδεια.
**********
Photo by Quang Nguyen Vinh / Pexels
Υπάρχει μια οικονομία των κοινών η οποία περιλαμβάνει όλη τη Γη και λειτουργεί επιτυχώς επί δισεκατομμύρια χρόνια: η βιόσφαιρα. Η οικολογία της συνιστά τη γήινη κατοικία της ενέργειας, της ύλης, των όντων, των σχέσεων, των νοημάτων, εντός της οποίας περιέχεται –και στην οποία οφείλει την ίδια της την ύπαρξη– κάθε ανθρωπογενής οικονομία. Το φως του ήλιου, το οξυγόνο, το πόσιμο νερό, το κλίμα, το έδαφος και η ενέργεια –τα προϊόντα και οι διαδικασίες αυτής της κατοικίας– συντηρούν επίσης τον Homo economicus («Χόμο Εκονόμικους»)[i] της εποχής μας, ο οποίος, παρ’ όλη την τεχνολογική και οικονομική του πρόοδο, εξακολουθεί να τρέφεται με προϊόντα της βιόσφαιρας.
Σκοπεύω να υποστηρίξω ότι η φύση αποτελεί την κατεξοχήν ενσάρκωση του πρότυπου των κοινών. Με αυτόν τον ορισμό δεν εννοώ απλώς ότι ο άνθρωπος και άλλα όντα ζουν μαζί εφαρμόζοντας τις αρχές των κοινών για ένα τεράστιο χρονικό διάστημα. Το επιχείρημά μου είναι πιο περίπλοκο: Είμαι πεπεισμένος ότι οι οικολογικές σχέσεις στη φύση ακολουθούν τους κανόνες των κοινών. Επομένως, η φύση μπορεί να μας προσφέρει μια ισχυρή μεθοδολογία των κοινών, υπό τη μορφή μιας φυσικής και κοινωνικής οικολογίας. Στο παρόν άρθρο, στόχος είναι να δοθεί μια σύντομη περιγραφή αυτής της «υπαρκτικής οικολογίας των κοινών».
Ο φιλελευθερισμός ως μια αφανής μεταφυσική της ζωής
Αλλά για ποια φύση μιλάμε; Για να αναλύσουμε την οικιακή οικονομία της φύσης χωρίς την προκατάληψη που εισήγαγαν τα μεταφορικά σχήματα του φιλελευθερισμού, τα οποία παρουσίαζαν τη φύση ως καπιταλιστική αγορά, θα πρέπει να επανεξετάσουμε τη θεμελιώδη οικολογία και οικονομία της φυσικής διαχείρισης βήμα προς βήμα. Ιδιαίτερα, θα πρέπει να αμφισβητήσουμε την κυρίαρχη άποψη περί των οικολογικών αλληλεπιδράσεων, η οποία τις βλέπει ως διαδικασίες ανταγωνισμού και βελτιστοποίησης που λαμβάνουν χώρα μεταξύ μηχανικών παραγόντων (ή «γονιδίων») λόγω της πίεσης που ασκούν εξωτερικοί νόμοι όπως, π.χ., η φυσική επιλογή. Στη φύση, μάλλον θα ανακαλύψουμε μια μακροχρόνια ιστορία εξέλιξης προς περισσότερη ελευθερία, όπου οι παίκτες είναι αυτόνομα υποκείμενα ενωμένα μέσω δεσμών αμοιβαίας εξάρτησης. Αυτή η ιδέα, όμως, έρχεται σε αντίθεση με την τρέχουσα άποψη της βιολογικής και της οικονομικής θεωρίας σχετικά με την ανταλλαγή υλικού και πληροφοριών.
Τα τελευταία 200 χρόνια λίγα μοντέλα της πραγματικότητας αλληλοεπηρεάστηκαν τόσο έντονα όσο η θεωρία της φυσικής εξέλιξης και η θεωρία της ανθρώπινης οικιακής οικονομίας αγαθών και υπηρεσιών. Και οι δύο κλάδοι έλαβαν την τρέχουσα μορφή τους στη βικτωριανή Αγγλία και, επίσης, ο καθένας δανείστηκε και επανεφάρμοσε τα βασικά μεταφορικά σχήματα του άλλου. Κατά συνέπεια, έγινε μια αντιστοίχιση κοινωνικών ευρημάτων με το φυσικό σύμπαν και την επιστημονική γνώση και, στη συνέχεια, μια επανεφαρμογή τους στις κοινωνικοοικονομικές θεωρίες. Σήμερα, και τα δύο πρότυπα, μαζί, διαμορφώνουν μια βιοοικονομική μεταφυσική που δεν παρέχει τόσο μια αντικειμενική περιγραφή του κόσμου όσο μια αποτίμηση του ίδιου του πολιτισμού.
Σε αυτό το πλαίσιο, είναι σημαντικό να παρατηρήσουμε ότι ένας πολιτικός οικονομολόγος, ο Τόμας Ρόμπερτ Μάλθους, τοποθέτησε τον ακρογωνιαίο λίθο για τη σύγχρονη κατανόηση της βιολογίας υπό όρους εξέλιξης. Ο Μάλθους ήταν εμμονικός με την ιδέα της έλλειψης ως εξήγηση της κοινωνικής αλλαγής: Δεν θα υπήρχαν ποτέ αρκετοί πόροι για να τραφεί ένας πληθυσμός που σταθερά πολλαπλασιάζεται. Ο βιολόγος Κάρολος Δαρβίνος μετέτρεψε κατάλληλα αυτό το θεωρητικό κομμάτι, που είχε ξεκάθαρα προκύψει από την παρατήρηση της βικτωριανής βιομηχανικής κοινωνίας, και το εφάρμοσε σε μια γενική θεωρία φυσικής μεταβολής και ανάπτυξης. Στη συνέχεια, έννοιες όπως ο «αγώνας για την ύπαρξη», ο «ανταγωνισμός», η «μεγέθυνση» και η «βελτιστοποίηση» έγιναν, σιωπηρά, κεντρικά μέρη της κατανόησης του εαυτού μας: Η βιολογική, τεχνολογική και κοινωνική πρόοδος γεννιέται από το άθροισμα των ατομικών εγωισμών. Στο πλαίσιο ενός αδιάκοπου ανταγωνισμού, τα πιο ευπροσάρμοστα είδη (π.χ., οι ισχυρές εταιρείες) εκμεταλλεύονται ευνοϊκές θέσεις (π.χ., αγορές) και πολλαπλασιάζουν το ποσοστό επιβίωσης τους (το περιθώριο κέρδους), ενώ τα ασθενέστερα είδη (τα λιγότερο αποδοτικά) εξαφανίζονται (πτωχεύουν). Όμως, αυτή η μεταφυσική της οικονομίας και της φύσης είναι μάλλον η άποψη της κοινωνίας για τις ίδιες τις δικές της βασικές αρχές, παρά μια αντικειμενική εικόνα του κόσμου.
Μέσα από αυτή την ανταλλαγή μεταφορικών σχημάτων, τα οικονομικά έφτασαν να βλέπουν, όλο και περισσότερο, τον εαυτό τους ως «σκληρή» φυσική επιστήμη. Μια επιστήμη που αντλώντας τα μοντέλα της από τη βιολογία και τη φυσική οδηγήθηκε μέχρι τη μαθηματική σύλληψη του Homo economicus. Αυτή η χίμαιρα –ένας μηχανοειδής εγωιστής που πάντα επιδιώκει να μεγιστοποιήσει το όφελός του– έχει γίνει το αφανές, αλλά τα πάντα επηρεάζον μοντέλο της ανθρωπότητας. Η σκιά του εξακολουθεί να πέφτει βαριά πάνω στις νεότερες ψυχολογικές και παιγνιοθεωρητικές προσεγγίσεις. Κατ’ αμοιβαιότητα, η εξελικτική βιολογία επίσης άντλησε έμπνευση από οικονομικά μοντέλα. Το «εγωιστικό γονίδιο», π.χ., δεν είναι κάτι πολύ διαφορετικό από έναν Homo economicus που αντικατοπτρίζεται στη βιοχημεία.
Μπορούμε να ονομάσουμε αυτό τον συνασπισμό βιολογίας και οικονομικής επιστήμης «οικονομική ιδεολογία της φύσης». Στις μέρες μας, κυβερνά ηγεμονικά τον τρόπο που κατανοούμε τον άνθρωπο και τον κόσμο. Ορίζει την ενσώματη διάστασή μας (ο Homo sapiens ως γονιδιακή μηχανή επιβίωσης), καθώς και την κοινωνική πλευρά μας (ο Homo economicus ως εγωιστικός μεγιστοποιητής οφέλους). Η ιδέα του παγκόσμιου ανταγωνισμού, που ενοποιεί τη φυσική και την κοινωνική σφαίρα, περιέχει πάντοτε την αντιπαλότητα και τον αποκλεισμό. Πρέπει να εξαλείψεις όσο περισσότερους ανταγωνιστές μπορείς και να πάρεις εσύ το μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας. Έχεις δικαίωμα να κλέβεις τις ζωές των άλλων.
Ιστορικά, λοιπόν, η εκ νέου ερμηνεία της φύσης ως μιας οικονομικής διαδικασίας ανταγωνισμού και βελτιστοποίησης υπήρξε ένα οργανωτικό υπόδειγμα για την περίφραξη των κοινών. Χρησίμευσε ως ένας νοητικός περιορισμός που προηγήθηκε των πραγματικών αποστερήσεων και εκτοπίσεων και δημιούργησε ένα πλαίσιο δικαιολόγησής τους.
Οι πρώτοι μετασχηματισμοί της κοινής σε ιδιωτική ιδιοκτησία συνέβησαν κατά τους πρώιμους νεότερους χρόνους (1500-1800). Ήταν ίδια εποχή κατά την οποία η κατανόηση του εαυτού μας άρχισε να κυριαρχείται όλο και περισσότερο από τη δυϊστική αντίληψη του Γάλλου στοχαστή Ρενέ Ντεκάρτ. Ο νους δεν ήταν πια βαθιά συνυφασμένος με το σώμα, αλλά μάλλον μια ορθολογική αρχή που έστεκε πάνω από την ύλη. Οι οργανισμοί, η σύνολη φυσική ποικιλότητα, αλλά και το ίδιο το σώμα του ανθρώπου, θεωρήθηκαν αυτόματοι μηχανισμοί φτιαγμένοι από μια απρόσωπη, αιτιοκρατούμενη ύλη. Αυτή η πεποίθηση αποτελεί την άρνηση οποιασδήποτε μορφής σύνδεσης. Ο Βρετανός φιλόσοφος Τόμας Χομπς ανέπτυξε αυτή την ιδέα και υποστήριξε έναν απόλυτο διαχωρισμό της κοινωνίας και της πολιτικής από τη φύση. Η φύση θεωρήθηκε ως το βασίλειο των άλογων αιτιών και αποτελεσμάτων και κατά συνέπεια έπαψε να αποτελεί πρόσφορο σημείο αναφοράς της ανθρώπινης αυτοκατανόησης, σχεδόν με τον ίδιο τρόπο που τα δάση, τα οποία κάποτε η αριστοκρατία μοιραζόταν με τους αγρότες, έγιναν αποκλειστική ιδιοκτησία και δεν ήταν πλέον προσβάσιμα. Η ιδέα ότι οι απάνθρωπες δυνάμεις της βελτιστοποίησης και της φυσικής επιλογής κυριαρχούν στο πεδίο των «καθαρών φυσικών αντικειμένων» και, κατά συνέπεια, πάνω στους εαυτούς μας επίσης, συμβαδίζει στενά με αυτό τον ιστορικό αποκλεισμό. Και στις δύο περιπτώσεις ακολουθείται ένα βασικό μοντέλο αποξένωσης και περιορισμού της αφθονίας της ζωής. Είναι εξαιρετικά αξιοπαρατήρητο ότι η ανθρώπινη σφαίρα, η οποία κατά τον τρόπο αυτόν αποκαθαίρεται από τη φύση, δεν κερδίζει περισσότερη ελευθερία. Μάλλον η κοινωνία, όπως η φύση, γίνεται αντιληπτή ως μια μάχη βάρβαρων και ανηλεών δυνάμεων, δυνάμεων που έχουν χάσει κάθε σύνδεση με τις δημιουργικές και σύννομες δυνάμεις της ύπαρξης μέσα στη φύση και της ενσώματης υποκειμενικότητας. Το κοινωνικό μοντέλο του Χομπς, το οποίο εξακολουθεί να ασκεί επιρροή στην εποχή μας, αποφεύγει κάθε σύνδεση με φυσικά αντικείμενα, όμως μολαταύτα καταλήγει να ενσαρκώνει ένα κόσμο που κινείται από την ωμή βία. Είναι χτισμένο πάνω στην ιδέα του Λεβιάθαν, όπου ο πόλεμος όλων εναντίον όλων θεωρείται ως μια «φυσική» κατάσταση.
Η περίφραξη της φύσης, που κάποτε ήταν προσβάσιμη για όλους, εκτείνεται ως το βάθος του νου και των συναισθημάτων μας. Ο εσωτερικός φυσικός κόσμος του ανθρώπου τίθεται, όλο και περισσότερο, υπό έλεγχο. Έχει γίνει δύσκολο να εννοήσουμε τους εαυτούς μας ως ενσώματο κομμάτι ενός αναπτυσσόμενου συνόλου. Ο άνθρωπος-ως-σώμα έπαψε να ανήκει στο βασίλειο των όντων και τα αισθήματά του για το βίωμα της ζωής δεν μπορούν πια να ληφθούν σοβαρά υπόψη. Μάλλον ισχύει ότι οι εμπειρίες και τα συναισθήματα του ανθρώπου απομονώθηκαν από την υπόλοιπη πραγματικότητα. Αυτή η άποψη κατέληξε σε μια ιδέα πολύ συνηθισμένη στις μέρες μας: ότι η «φύση» δεν υφίσταται πραγματικά ούτε στο ελάχιστο, αλλά υπάρχει μόνο ως νοητική σύλληψη. Έτσι, δεν μένει κανένα περιθώριο μέριμνας για κάτι που δεν υπάρχει. Η οικονομική ιδεολογία περί φύσης απέκλεισε πλήρως τον φυσικό κόσμο από την ψυχή μας. Μια μη περίκλειστη φύση, που ολοκληρώνεται από μόνη της και δεν έχει κανένα ιδιοκτήτη, δεν είχε νόημα για το φιλελεύθερο μυαλό. Καμία κατανόηση των εαυτών μας και του κόσμου η οποία προχωρά πέρα από τις αρχές του ανταγωνισμού και της βελτιστοποίησης δεν μπορεί πλέον να διεκδικήσει οποιαδήποτε γενική εγκυρότητα. Δεν είναι «τίποτα άλλο παρά» μια ευχάριστη ψευδαίσθηση που, «στην πραγματικότητα», απλώς πιστοποιεί την ύπαρξη των υποκείμενων δυνάμεων του αγώνα για την ύπαρξη. Η αγάπη αυτοϋποβαθμίζεται στην επιλογή του συντρόφου που πληροί τις αναγκαίες προϋποθέσεις προσαρμογής. Η συνεργασία είναι κατά βάση ένα κόλπο που χρησιμοποιείται στον ανταγωνισμό για πόρους. Και η καλλιτεχνική έκφραση εκφράζει την οικονομία του λόγου.
Η περίφραξη της φύσης, ως εκ τούτου, οδηγεί τελικά στον Homo sacer[ii], τον ενδότατο πυρήνα του ενσώματου και αισθανόμενου εαυτού μας, που περιέχει την ευάλωτη ύπαρξη της σάρκας και του αίματος, τη γυμνή, συναισθηματική, έμβια ύπαρξη. Αν προτιμούμε να σκεφτόμαστε τον εαυτό μας ως κάτι ξέχωρο από την έμβια ύπαρξη, έχουμε δώσει στον εαυτό μας διαζύγιο από την επικράτεια των ζωντανών. Στην τελική της συνέπεια, η περίφραξη των κοινών εκδηλώνεται ως βιοπολιτική: αναμέτρηση για την κατοχή της ζωής και τη μετατροπή της σε χρήμα.
Φυσικός αντικαπιταλισμός
Μια νέα οικονομία μπορεί να αποτελέσει μια ρεαλιστική εναλλακτική λύση, αν μπορέσουμε να αμφισβητήσουμε την κυρίαρχη βιολογική θεώρηση που βλέπει τη ζωή ως μια ατελείωτη διαδικασία βελτιστοποίησης. Όντως, μια νέα εικόνα της ζωής έπρεπε να έχει εμφανιστεί από καιρό – ιδιαίτερα όσον αφορά την ίδια τη βιολογία, όπου είναι γεγονός ότι το χομπσιανό πρότυπο του «πόλεμου όλων εναντίον όλων» έχει ξεπεραστεί. Η βιολογική θεώρηση του οργανικού κόσμου –και η εικόνα του ανθρώπου εντός του– αλλάζει και περνά από την ιδέα ενός πεδίου μάχης μεταξύ ανταγωνιστικών μηχανών επιβίωσης στην αλληλεπίδραση παραγόντων με στόχους και νοήματα. Ο οργανισμός αρχίζει να αντιμετωπίζεται ως ένα υποκείμενο που μάλλον ερμηνεύει παρά κυβερνάται αιτιωδώς από τα εξωτερικά ερεθίσματα και τις γενετικές επιρροές και διαπραγματεύεται την ύπαρξή του με τους άλλους υπό όρους περιορισμένου ανταγωνισμού και «ασθενούς αιτιότητας»[iii].
Αυτή η αλλαγή των αξιωμάτων του «βιολογικού φιλελευθερισμού» παράγει μια εικόνα όπου ο οργανικός κόσμος αναδύεται ως ένας κόσμος όπου αναπτύσσεται η ελευθερία. Αυτό γίνεται ιδιαίτερα εμφανές στα ακόλουθα ζητήματα:
1. Αποδοτικότητα: Η βιόσφαιρα δεν είναι φειδωλή. Τα θερμόαιμα ζώα καταναλώνουν περισσότερο από το 97% της ενέργειάς τους μόνο και μόνο για τη διατήρηση του μεταβολισμού τους. Η τιμή απόδοσης της φωτοσύνθεσης δεν είναι παρά ένα εξωφρενικά χαμηλό 7%. Για την επιβίωση πολύ λίγων ατόμων, τα ψάρια, τα αμφίβια και τα έντομα χρειάζεται να παραγάγουν εκατομμύρια αυγά. Αντί να παρουσιάζει υψηλές αποδόσεις, η φύση αποδεικνύεται υψηλά πλεοναστική. Εξισορροπεί τις πιθανότητες απώλειας μέσω μιας εντυπωσιακής σπατάλης. Οι φυσικές διαδικασίες δεν είναι τσιγγούνικες: μάλλον βασίζονται στη γενναιοδωρία και τη σπατάλη. Η βιόσφαιρα, όντως, βασίζεται στη δωρεά, αλλά όχι κατ’ αμοιβαιότητα: το θεμέλιο όλων των βιολογικών δραστηριοτήτων –η ηλιακή ενέργεια– κατέρχεται ως δώρο εξ ουρανού.
2. Μεγέθυνση: Η βιόσφαιρα δεν μεγαλώνει. Η ποσότητα της βιομάζας δεν αυξάνεται. Ο ρυθμός των διαδικασιών δεν επιταχύνεται. Η φύση διατηρεί μια οικονομία σταθερής κατάστασης, δηλαδή μια οικονομία όπου όλοι οι συσχετιζόμενοι παράγοντες διατηρούν σταθερές σχέσεις μεταξύ τους. Επίσης, δεν είναι απαραίτητο να αυξάνεται ο αριθμός των ειδών. Κάποιες περιόδους μεγαλώνει και μειώνεται κάποιες άλλες. Η μόνη διάσταση όπου πράγματι παρατηρείται αύξηση είναι η ποικιλότητα των εμπειριών: τρόποι αίσθησης και τροπικότητες έκφρασης, παραλλαγές στην εμφάνιση, καινοτομίες στα μοτίβα και τις μορφές. Γι’ αυτό τον λόγο, η φύση δεν αποκτά μεγαλύτερο βάρος, αλλά μάλλον βάθος.
3. Ανταγωνισμός: Δεν έχει αποδειχτεί ποτέ ότι ένα νέο είδος ανέκυψε αποκλειστικά μέσω του ανταγωνισμού για έναν πόρο. Τα είδη μάλλον γεννιούνται κατά τύχη: Αναπτύσσονται μέσω απροσδόκητων μεταλλάξεων, καθώς και δια της απομόνωσης μιας ομάδας από τον υπόλοιπο πληθυσμό μέσω νέων συμβιώσεων και συνεργασιών (όπως, για παράδειγμα, έχουν αναπτυχτεί και τα κύτταρά μας). Η αποκλειστικότητα του ανταγωνισμού, π.χ., για ένα περιορισμένο θρεπτικό στοιχείο, προκαλεί βιολογική μονοτονία: κυριαρχία σχετικά λίγων ειδών επί ενός οικοσυστήματος.
4. Σπάνη: Ο βασικός ενεργειακός πόρος της φύσης, το ηλιακό φως, υπάρχει εν αφθονία. Ένας δεύτερος πόρος αποφασιστικής σημασίας, ο αριθμός οικολογικών σχέσεων και νέων οικοθέσεων, δεν έχει ανώτατο όριο. Ένας μεγάλος αριθμός ειδών και μια ποικιλία σχέσεων μεταξύ τους δεν οδηγούν στον οξύτερο ανταγωνισμό και την κυριαρχία των «πιο ευπροσάρμοστων» ειδών, αλλά μάλλον στον ταχύ πολλαπλασιασμό των σχέσεων μεταξύ ειδών και έτσι στην αύξηση της ελευθερίας, η οποία αποτελεί ταυτόχρονα μια αύξηση των αμοιβαίων εξαρτήσεων. Όσο μεγαλύτερη είναι η σπατάλη, τόσο περισσότερος γίνεται ο κοινός πλούτος. Στα οικοσυστήματα όπου μόνο λίγες θρεπτικές ουσίες είναι ελεύθερα διαθέσιμες, όπως στα τροπικά βροχοδάση (tropical rainforests), αυτός ο περιορισμός προκαλεί δημιουργία περισσότερων οικοθέσεων και, έτσι, υψηλότερη συνολική ποικιλότητα. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της αύξησης των συμβιώσεων και του μειωμένου ανταγωνισμού. Η σπάνη, στο βιολογικό επίπεδο, δεν οδηγεί στον εκτοπισμό, αλλά στη διαφοροποίηση.
5. Ιδιοκτησία: Η έννοια της ιδιοκτησίας δεν υφίσταται στη βιόσφαιρα. Το άτομο δεν κατέχει ούτε καν το ίδιο του το σώμα. Η αλλαγή της σωματικής του ύλης είναι μια μόνιμη και διαρκής κατάσταση, καθώς αντικαθίσταται μέσω του οξυγόνου, του διοξείδιου του άνθρακα και άλλων εισροών ενέργειας και ύλης. Όμως, μέσω της κοινωνίας με άλλα φυσικά στοιχεία, δεν καθίσταται δυνατή μόνο η πραγμάτωση της υλικής διάστασης του εαυτού, αλλά επίσης και της συμβολικής: η γλώσσα γεννιέται μέσα από την κοινότητα των ομιλητριών και ομιλητών που τη χρησιμοποιούν. Οι έξεις ενός είδους αποκτώνται μέσα από την κοινή χρήση τους. Σ’ όλες αυτές τις διαστάσεις, η αρχέγονη κατάσταση της άγριας φύσης –η κατάσταση του φυσικού κόσμου ο οποίος έχει προκύψει από την ίδια του την εξέλιξη, και όχι ως κατασκευή από έναν εξωτερικό παράγοντα, και ο οποίος δεν μπορεί να κατέχεται αποκλειστικά από κανέναν– είναι απαραίτητη για να αναπτύξει το άτομο τη μύχια ταυτότητά του. Η ατομικότητα –σωματική και κοινωνική/συμβολική– μπορεί συνεπώς να αναδυθεί μόνο μέσω ενός βιολογικού κοινού βασισμένου στη συμβολική έκφραση.
Όψεις των κοινών στη βιόσφαιρα
Σε ένα δάσος της εύκρατης ζώνης υφίστανται διαφορετικοί κανόνες ευδοκίμησης από αυτούς που ισχύουν στην άνυδρη έρημο. Κάθε οικοσύστημα αποτελεί το άθροισμα πολλών κανόνων, αλληλεπιδράσεων και υλικών ροών, που μοιράζονται κοινές αρχές αλλά με τρόπο μοναδικό στον κάθε τόπο. Αυτή η αυστηρή τοπικότητα προκύπτει από το γεγονός πως τα έμβια όντα όχι μόνο χρησιμοποιούν τα κοινά που τους παρέχει η φύση, αλλά και αποτελούν, στο επίπεδο της ύλης και των σχέσεών τους, μέρος των κοινών αυτών. Η ύπαρξη του ατόμου είναι αξεδιάλυτα συνδεδεμένη με την ύπαρξη του συστήματος εντός του οποίου ζει. Η ποιότητα αυτού του συστήματος –η υγεία του (και η ομορφιά του)– βασίζεται σε μια επισφαλή ισορροπία που απαιτεί διαπραγμάτευση ανά πάσα στιγμή. Πρόκειται για μια ισορροπία μεταξύ της υπερβολικής αυτονομίας του ατόμου και της άσκησης υπερβολικής πίεσης από το σύστημα λόγω αναγκαιοτήτων. Μέσα στην ιστορία, ακμάζοντα οικοσυστήματα ανέπτυξαν αναρίθμητα πρότυπα ισορροπίας που οδηγούν σε εξαιρετικές εκλεπτύνσεις και υψηλά επίπεδα αισθητικής ομορφιάς. Συνεπώς, οι μορφές και τα όντα της φύσης μπορούν να γίνουν λύσεις, οι οποίες συντηρούν μια ευαίσθητη ισορροπία εντός μιας περίπλοκης κοινωνίας. Οι ενσώματες λύσεις της ατομικής-εν-σχέσει-ύπαρξης είναι αυτή η μοναδική ομορφιά των ζωντανών οργανισμών, η οποία γεμίζει τους περισσότερους ανθρώπους με την αίσθηση του νοήματος και του ανήκειν.
Η φύση, από αυτή την άποψη, είναι το πρότυπο των κοινών. Τίποτα εντός της δεν υπόκειται στο μονοπώλιο: όλα είναι ανοιχτού κώδικα. Η πεμπτουσία του πεδίου της οργανικής ζωής δεν είναι το εγωιστικό γονίδιο, αλλά ο πηγαίος κώδικας της γενετικής πληροφορίας που είναι ανοιχτός για όλους. Ακόμη και τα γονίδια, που στις μέρες μας κατοχυρώνονται με τίτλους ευρεσιτεχνίας από τις βιοτεχνολογικές εταιρείες είναι, υπό μια βιολογική έννοια, πόροι μη ανταγωνιστικοί και μη αποκλειστικοί. Μόνο κατ’ αυτό τον τρόπο μπορούν να δώσουν τη δυνατότητα για βιολογική και εμπειρική καινοτομία. Το DNA μπόρεσε να αναπτύξει μια τέτοια επέκταση και ποικιλομορφία ειδών αποκλειστικά λόγω του ότι κάθε ον μπορούσε να χρησιμοποιήσει τον κώδικά του, να πειραματιστεί μαζί του και να παραγάγει τους πλέον ικανοποιητικούς συνδυασμούς απ’ αυτό. Αυτός είναι ο τρόπος που προέκυψε ο ίδιος ο Homo sapiens: μέσα από το παιχνίδι της φύσης με τον ανοιχτό κώδικα. Ένα σεβαστό 20% του γονιδιώματός μας, κι αυτό είναι μόνο ένα παράδειγμα, ήταν κάποτε ιικά γονίδια (viral genes) που έχουν ανακυκλωθεί δημιουργικά. Καθώς δεν υπάρχει ιδιοκτησία στη φύση, δεν υπάρχουν και απορρίμματα. Όλα τα απόβλητα υποπροϊόντα είναι τροφή. Κάθε άτομο, όταν πεθαίνει, προσφέρει τον εαυτό του ως ένα λουκούλλειο διατροφικό δώρο για κάποια άλλα άτομα, κατά τον ίδιο τρόπο που έλαβε την ύπαρξή του από το δώρο του ηλιακού φωτός. Εξακολουθεί να υπάρχει μια κατά μέγα μέρος ανεξερεύνητη σύνδεση μεταξύ της προσφοράς και της λήψης, όπου η απώλεια αποτελεί την προϋπόθεση της παραγωγικότητας.
Στα οικολογικά κοινά, ένα πλήθος από διαφορετικά άτομα και ποικίλα είδη συνδέονται με διάφορες σχέσεις μεταξύ τους: ανταγωνισμό και συνεργασία, συμβίωση και θήρευση, παραγωγικότητα και καταστροφή. Όλες αυτές οι σχέσεις, όμως, ακολουθούν έναν υψηλότερο νόμο: μακροπρόθεσμα, ευνοούνται μόνο συμπεριφορές που επιτρέπουν την παραγωγικότητα του συνολικού συστήματος και δεν παρεμποδίζουν την αυτοαναπαραγωγή του. Το άτομο μπορεί να ολοκληρωθεί μόνο αν το σύνολο μπορεί επίσης να ολοκληρωθεί. Η οικολογική ελευθερία υπακούει σ’ αυτή τη μορφή αναγκαιότητας. Όσο βαθύτερες γίνονται οι συνδέσεις μέσα στο σύστημα, τόσο πιο δημιουργικές οικοθέσεις μπορεί το σύστημα να προσφέρει στο κάθε μέλος του.
Τα κοινά ως σχέσεις των έμβιων όντων
Μια ενδελεχής ανάλυση της οικονομίας της οικολογίας μπορεί να αποφέρει μια ισχυρή μεθοδολογία των κοινών. Οι φυσικές διαδικασίες είναι ικανές να καθορίσουν ένα προγραμματικό πλάνο για τον μετασχηματισμό του τρόπου που μεταχειριζόμαστε την ενσώματη, υλική άποψη της ύπαρξής μας προς έναν πολιτισμό της ζωντανής ύπαρξης. Ο όρος «κοινά» παρέχει το συνδετικό στοιχείο μεταξύ των κόσμων της φύσης και της κοινωνίας ή του πολιτισμού. Η κατανόηση της φύσης, στην αυθεντική της ποιότητα, ως ένα κοινό, ανοίγει το δρόμο για μια καινούργια κατανόηση των εαυτών μας – στη βιολογική όπως και στην κοινωνική μας ζωή.
Αν η φύση είναι πράγματι ένα κοινό, αυτό συνεπάγεται ότι ο μόνος πιθανός τρόπος να επιτύχουμε μια παραγωγική σχέση μαζί της θα είναι μια οικονομία των κοινών. Η ολοκλήρωση του Homo sapiens μπορεί να επιτευχθεί κατά τον βέλτιστο τρόπο εντός ενός συστήματος κοινών αγαθών, επειδή μια τέτοια κουλτούρα –και κατά συνέπεια κάθε οικιακή μονάδα ή σύστημα αγοράς– αποτελεί την ιδιάζουσα στο είδος μας υλοποίηση της συγκεκριμένης μας ενσώματης διαμόρφωσης: Είμαστε ζωντανά όντα εντός ενός κοινού συστήματος που περιλαμβάνει και άλλα έμβια υποκείμενα.
Αν και οι στοχασμοί που μας έχουν οδηγήσει ως αυτό το σημείο πηγάζουν από μια ενδελεχή ανάλυση της βιολογίας, τα συμπεράσματα δεν είναι βιολογιστικά – μάλλον το αντίθετο ισχύει. Η ενδελεχής ανάλυση, εδώ, έχει αποκαλύψει ότι η πεδίο της οργανικής ζωής αποτελεί το πρότυπο για την εξέλιξη της ελευθερίας. Γι’ αυτό, ακόμη κι αν προσδιορίσουμε τα κοινά ως τον βασικό νόμο της φύσης, οι αναγκαιότητες που προκύπτουν απο αυτό τον βασικό νόμο είναι μη αιτιοκρατικές – αντίθετα με τις προεξάρχουσες ιδέες της βελτιστοποίησης και της μεγέθυνσης. Η βασική ιδέα των κοινών εδράζεται μάλλον στην πολυσύνθετη κατανόηση της ενσώματης ελευθερίας και της σχέσης της με το σύνολο: Το άτομο λαμβάνει προοπτικές ολοκλήρωσης μέσα από την ευημερία της ζωής και των κοινωνικών συστημάτων όπου ανήκει. Το να οργανωθεί μια κοινότητα ανθρώπων και/ή άλλων μη ανθρώπινων παραγόντων σύμφωνα με τις αρχές των κοινών πάντοτε σημαίνει την αύξηση της ατομικής ελευθερίας μέσω της επέκτασης της ελευθερίας της κοινότητας (δείτε τον Πίνακα 1).
|
Αντίθετα με αυτά που υποθέτει η δυϊστική μας κουλτούρα, η πραγματικότητα δεν είναι διαιρεμένη στις υλικές ουσίες (στο πεδίο της βιοφυσικής και της αιτιοκρατικής προσέγγισης) και την κοινωνία/κουλτούρα (στο μη υλικό πεδίο και στη μη αιτιοκρατική ή τη νοητική/σημειωτική προσέγγιση). Η ζωντανή πραγματικότητα, σ’ όλα της τα επίπεδα, μάλλον εξαρτάται από μια επισφαλή ισορροπία μεταξύ της αυτονομίας και της σύνδεσης. Είναι μια δημιουργική διαδικασία που παράγει κανόνες με σκοπό την αύξηση του συνόλου μέσω της ολοκλήρωσης καθενός από τα μέλη του. Αυτοί οι κανόνες είναι διαφορετικοί για κάθε χρονικό σημείο και κάθε τόπο, όμως τους βρίσκουμε οπουδήποτε υπάρχει ζωή. Ισχύουν όχι μόνο όσον αφορά την αυτοποίηση[iv] –την αυτοοργάνωση και τη συνεχή αναδημιουργία των οργανικών μορφών από τον ίδιο τον εαυτό τους, όπως, παραδείγματος χάριν, συμβαίνει με τα κύτταρα– αλλά επίσης και για μια επιτυχημένη ανθρώπινη σχέση, για την ευημερία ενός οικοσυστήματος, όπως επίσης και για μια οικονομία εναρμονισμένη με την παγκόσμια κατοικία της βιόσφαιρας. Αυτοί οι κανόνες είναι οι νόμοι των κοινών.
Κατ’ αυτό τον τρόπο, η ιδέα των κοινών προσφέρει μια ενοποιητική αρχή που καταργεί την υποτιθέμενη αντίθεση μεταξύ φύσης και κοινωνίας/κουλτούρας. Απαλείφει τον διαχωρισμό μεταξύ οικολογικού και κοινωνικού. Στην περίπτωση κάθε ύπαρξης που δεσμεύει τον εαυτό της στα κοινά, η εργασία με την οποία οφείλουμε να ασχοληθούμε είναι η υλοποίηση της ευημερίας του ατόμου και η ταυτόχρονη αποφυγή του ρίσκου μιας αύξησης του περιβάλλοντος συνόλου. Εδώ, γι’ άλλη μια φορά, η ιδέα των κοινών συγχωνεύει τα πεδία της θεωρίας και της εφαρμογής. Οι θεωρητικοί στοχασμοί δεν είναι απομονωμένοι εντός ενός ξεχωριστού πεδίου, αλλά ασταμάτητα αναμιγνύονται με την πρακτική, στις ιεροτελεστίες και τις ιδιαιτερότητες της διαμεσολάβησης, της συνεργασίας, της έγκρισης, της διαπραγμάτευσης και της συμφωνίας, στα βάρη και στη χαρά της βιωμένης πραγματικότητας. Εδώ είναι ο τόπος όπου η πρακτική των κοινών αποκαλύπτεται ως τίποτα λιγότερο από την ίδια την πρακτική της ζωής.
[i] Σύμφωνα με την υψηλής αξιοπιστίας διαδικτυακή ακαδημαϊκή υπηρεσία Oxford Reference, ο όρος Homo Economicus σημαίνει τον: «Οικονομικό άνθρωπο ή, αλλιώς, τον ορθολογικό παράγοντα, που περιγράφεται από τα οικονομικά μοντέλα. Ένας τέτοιος παράγοντας έχει σταθερές και μη αντιφατικές προτιμήσεις. Είναι αταλάντευτα στραμμένος προς το μέλλον και επιδιώκει μόνο το ατομικό του συμφέρον. Όταν έχει τη δυνατότητα επιλογής, διαλέγει την περίπτωση που προσφέρει την υψηλότερη αναμενόμενη ωφέλεια για τον ίδιο. Είναι αμφιλεγόμενο το κατά πόσον μια τέτοια προσωπικότητα ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και το πόσο σημαντικές μπορεί να είναι επιπτώσεις για την οικονομική θεωρία αν κάτι τέτοιο δεν ισχύει». Βλ. σχετικά: The Oxford Dictionary of Philosophy (2 rev. ed.), 2008, "homo economicus", Oxford Reference,
URL = https://www.oxfordreference.com/view/10.1093/oi/authority.20110803095943203
[ii] Από τη βάση δεδομένων Βιβλιονέτ, αντιγράφουμε την
παρουσίαση του ομώνυμου βιβλίου του Georgio
Agamben στην παλαιότερη
(εξαντλημένη) κυκλοφορία του εκδ. οίκου Scripta:
«Στο αρχαϊκό ρωμαϊκό δίκαιο είναι
ξεκάθαρος ο ρόλος του Homo sacer όπως και η σημασία του για τη δόμηση της
κυριαρχίας και της βιοπολιτικής. Πρόκειται για μια φιγούρα στην οποία
αποτυπώνεται για πρώτη φορά η παράδοξη σχέση εξουσίας/κυριαρχίας και απλής
βιολογικής ζωής. Γιατί αυτός ο χαρακτήρας παρουσιάζει τόσο ενδιαφέρον; Μα γιατί
πρόκειται για κάποιον που ενώ η κοινότητα τον έχει κρίνει για κάποιο έγκλημα,
εντούτοις δεν τον καταδικάζει με τους συνηθισμένους τρόπους, αλλά του αποδίδει
μια ιερότητα που απαγορεύει μεν τη θυσία του, επιτρέπει όμως σε οποιοδήποτε
άλλο μέλος της κοινότητας να τον σκοτώσει χωρίς τον κίνδυνο τιμωρίας. Πρόκειται
επομένως για μια ζωή στο όριο, ή καλύτερα για μια παράδοξη ύπαρξη που ανοίγεται
στην ανυπαρξία, για το ίδιο το μεταίχμιο μεταξύ ζωής και θανάτου.
Πολύ σχηματικά θα λέγαμε ότι βασικό θέμα του βιβλίου αποτελεί ο τρόπος με τον
οποίο εμφανίζεται και εδραιώνεται η βιοπολιτική, δηλαδή η πολιτικοποίηση της
ζωής στο απλούστερο βιολογικό της επίπεδο, η αυξανόμενη συμπερίληψη της φυσικής
"γυμνής ζωής" του ανθρώπου στους μηχανισμούς και τους υπολογισμούς
της εξουσίας. Ακολουθώντας το νήμα της συστατικής σχέσης μεταξύ γυμνής ζωής και
κυρίαρχης εξουσίας, από τον Αριστοτέλη μέχρι το Άουσβιτς, από το Habeas corpus
μέχρι τις διακηρύξεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με το "Homo sacer"
ο Αγκάμπεν προσπαθεί να αποκωδικοποιήσει τα αινίγματα –πρώτα απ' όλα τον
φασισμό και τον ναζισμό– που ο 20ός αιώνας έθεσε στον ιστορικό λόγο.»
URL = http://www.biblionet.gr/book/94201/agamben,_giorgio/homo_sacer
[iii] Μια σχετικά ικανοποιητική κατανόηση της αρχής της ασθενούς αιτιότητας από τον αναγνώστη που δεν κατέχει εξειδικευμένη σχετική γνώση προσφέρει το παρακάτω απόσπασμα από τα πρακτικά του 6ου Πανελληνίου Συνεδρίου Διδακτικής των Φυσικών Επιστημών και των Νέων Τεχνολογιών στην Εκπαίδευση:
«Η Κβαντομηχανική και η Θεωρία της Σχετικότητας προσμετρώνται αναμφισβήτητα στα σημαντικότερα επιστημονικά επιτεύγματα του 20ου αιώνα, που συνεισέφεραν σημαντικά στο σύγχρονο κοσμοείδωλο. Τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα αναπτύχθηκε και η έρευνα στο πεδίο μη γραμμικών δυναμικών συστημάτων, που από την πλευρά της πρόσφερε σημαντικές γνώσεις για τον τρόπο που λειτουργεί ο κόσμος γύρω μας. Ταυτόχρονα όμως έθεσε υπό αμφισβήτηση τη μηχανιστική ντετερμινιστική κοσμοθεώρηση και συγκεκριμένα την αντίληψη της δυνατότητας μακροπρόθεσμης πρόβλεψης της εξέλιξης του συστήματος όταν οι ντετερμινιστικοί νόμοι είναι γνωστοί. Στο πλαίσιο αυτό αντιπροσωπευτικά συστήματα αποτελούν τα λεγόμενα ντετερμινιστικά χαοτικά συστήματα. (Schuster 1989).
[…]
Μια βασική ιδιότητα των
ντετερμινιστικών χαοτικών συστημάτων αποτελεί η ευαίσθητη εξάρτησή τους από τις
αρχικές συνθήκες (Crutchfield et al.1986). Μικρές διακυμάνσεις στον καθορισμό
των αρχικών συνθηκών επηρεάζουν καθοριστικά την χρονική εξέλιξή τους. Στα
συστήματα αυτά ακριβώς ίδιες αιτίες οδηγούν σε ακριβώς ίδια αποτελέσματα (αρχή
της ασθενούς αιτιότητας). Σε αντίθεση όμως με την κλασική αντίληψη περί
ντετερμινιστικών συστημάτων, όπου και οι παρόμοιες αιτίες οδηγούν σε παρόμοια
αποτελέσματα (αρχή της ισχυρής αιτιότητας), στα ντετερμινιστικά χαοτικά
συστήματα παρόμοιες αιτίες δεν επιφέρουν παρόμοια αποτελέσματα. Επομένως δεν
ισχύει η αρχή της ισχυρής αιτιότητας.»
Ασημόπουλος Σ., Σταύρου Δ., Σκορδούλης Κ., «Εκπαιδεύοντας Φοιτητές του Π.Τ.Δ.Ε. σε σύγχρονες Θεωρίες της Φυσικής», στο Καριώτογλου Π., Σπύρτου Α. & Ζουπίδης Α., 2009, Πρακτικά του 6ου Πανελληνίου Συνεδρίου Διδακτικής των Φυσικών Επιστημών και των Νέων Τεχνολογιών στην Εκπαίδευση - Οι πολλαπλές προσεγγίσεις της διδασκαλίας και της μάθησης των Φυσικών Επιστημών, σ. 216,
URL = https://blogs.sch.gr/kkiourtsis/files/2011/06/praktika-synedriou-didaktikis-fysikwn-epistimwn.pdf
[iv] Η
απόδοση αυτή χρησιμοποιείται από έγκυρες (επιστημονικές κ.ά.) πηγές και έχει
ήδη καταχωρηθεί στο Translatum. Βλ. σχετικά:
"αυτοποίηση" (αναζήτηση στη Γκουγκλ)
autopoiesis -> αυτοποίηση (λήμμα στο Translatum)
Μολαταύτα, θεωρούμε απαραίτητο να συμπληρώσουμε την πολύ γενική επεξήγηση που ακολουθεί στο πρωτότυπο, ώστε να την καταστήσουμε καλά κατανοητή, αντλώντας επιπλέον στοιχεία από την παρακάτω –σαφώς αξιόπιστη– πηγή (Μαρία Καρύδα, Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Τμήμα Μηχανικών, Πληροφοριακών & Επικοινωνιακών Συστημάτων): Θεωρία Συστημάτων
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου